Βωλάξ, Τήνος. Τόπος όμορφος και ζωντανός. Χωριό αγαπημένο. Μέρος που θέλουμε να προστατέψουμε και να αναδείξουμε πιο πολύ από ποτέ! Εκτιμούμε όλα όσα μας προσφέρει μέσα απ' την ιστορία και την κουλτούρα του, μέσα από την αξεπέραστη φύση και τις αξίες των ανθρώπων του...
Ακολουθήστε μας!

Πάντα είχαν ενδιαφέρον οι ιστορίες–θρύλοι για πειρατικούς θησαυρούς κρυμμένους σε σπηλιές δίπλα στο κύμα· για ναυάγια πλοίων που, φορτωμένα με χρυσό και ασήμι, βουλιάζουν από τον κακό καιρό του Αιγαίου...

Οι ληστές και οι πειρατές προτιμούσαν να απαλλαγούν σύντομα από τα πολύτιμα φορτία τους και έτσι επέλεγαν να τα κρύβουν σε πιο... εύκολα αλλά ταυτόχρονα δυσπρόσιτα σημεία, όπως χαράδρες, πηγάδια ή σπηλιές.

Υπάρχουν ιστορίες με κλεμμένα γρόσια από την τουρκοκρατία ή κρυμμένες αγγλικές λίρες από την περίοδο της γερμανοϊταλικής κατοχής που έθαψαν οι χωρικοί στα χωράφια και τα βουνά για να τις γλυτώσουν. Πολλούς θησαυρούς άφησαν οι Τούρκοι πριν φύγουν από την Ελλάδα. «Το αγαπημένο τους... χρηματοκιβώτιο ήταν το καζάνι και σπανιότερα το πιθάρι. Έκρυβαν τους θησαυρούς τους χρησιμοποιώντας σαν δόλωμα ένα μικρότερο δίπλα του και σε μικρότερο βάθος, ώστε όποιος τον έβρισκε να σταματούσε εκεί. Τα σημάδια τους ήταν η στάχτη, τα κάρβουνα και ο ασβέστης, μια και το πέρασμα του χρόνου δεν αλλοιώνει αυτά τα υλικά». [Τα Νέα, 2007] 

Σ' όλα τα μήκη και τα πλάτη της Eλλάδας αναζητούνται τέτοιοι θησαυροί. Οι πωλήσεις ανιχνευτών μετάλλων στην Ήπειρο είναι πολύ μεγάλη (δεκάδες άνθρωποι ψάχνουν μέχρι σήμερα τον θησαυρό του Αλή Πασά), αλλά και στην Τήνο πολλοί μύθοι έχουν φτιαχτεί για τους θησαυρούς αυτούς: αμύθητοι, στοιχειωμένοι, καταραμένοι...

Το πέρασμα Ενετών, Σταυροφόρων, Σαρακηνών πειρατών και Οθωμανών, άφησε πίσω του κρυμμένους θησαυρούς που οι κάτοχοί τους προσπάθησαν να τους προφυλάξουν από τους άρπαγες και ανάλογα με τις συνθήκες επέλεγαν τον τρόπο με τον οποίο τους έκρυβαν...

Ο π. Αντώνιος Φόνσος στον πρόλογο του βιβλίου του αναφέρει: «Στην αρχή, όταν πρωτοήρθα σ' αυτή τη περιοχή εντυπωσιάσθηκα από αυτό τον τόπο. [...] Η περιέργειά μου μεγάλωσε όταν άκουγα τις διηγήσεις των ηλικιωμένων κατοίκων της περιοχής για την ύπαρξη "κρυμμένων θησαυρών", για συλημένους τάφους σε ερημικές τοποθεσίες, για πύργους, για «Ελληνικάρια» και για πολλά άλλα. Αρχικά, άρχισα να εντοπίζω τις διάφορες αυτές περιοχές και διαπίστωσα ότι, πράγματι, αυτή η περιοχή, έκρυβε μια πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία που άξιζε τον κόπο να ερευνηθεί, μιας και κανείς μέχρι τότε δεν είχε κάμει κάποια ολοκληρωμένη έρευνα και προσπάθεια [...]» [Τα Κάτω Μέρη της Τήνου–Ταξίδι σ' έναν κόσμο ξεχωριστό, Αθήνα 2010, σ.7]

Ρωτήσαμε τους γεροντότερους του χωριού αν γνωρίζουν και θυμούνται τέτοιες ιστορίες στο χωριό. Οι περισσότεροι μάς μίλησαν για λίγα χρυσά νομίσματα την περίοδο της κατοχής που ,κάποιος είχε κρύψει στον τοίχο του σπιτιού του ή κάποιος άλλος, σε κάποιο σκεύος στο χωράφι του κοντά στο πηγάδι του χωριού, αλλά τίποτα περισσότερο. Κάποιοι λένε ότι υπήρχαν εκεί «κρυμμένα μαλάματα», όχι πολλά, αλλά κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει με σιγουριά τι απέγιναν –και βεβαίως, αν υπήρχαν.

Ίσως πάλι, κάποιοι να έγιναν επίδοξοι χρησοθήρες με τον... παραδοσιακό τρόπο. Ο Ζαλλώνης γράφει στα τέλη του 19ου αιώνα: «Ο δε ποταμός της Γρίζας ή του Αγάπη έχει δύο πηγάς, εξ' ων η μία είναι πλησίον του λαιμού του καλουμένου Γρίζα, η δε ετέρα εις τα πέριξ του Βώλακος, όχι μακράν του φρουρίου. Δέχεται πολλούς μικρούς ρύακας εν τη ροή του, διέρχεται την Γρίζαν και το Αγάπη, και χύνεται εις ποταμόν της Περάστρας. Τα ύδατα αυτού καταφέρουσιν ενίοτε ψήγματα χρυσού ή δε άμμος του ερυθροσποδοειδής ούσα οφείλει πιθανώς το χρώμα εις τας οποίας περιέχει μεταλλικάς ουσίας.»

Aυτό κάνει εντύπωση στον Καιροφύλλα και αναρωτιέται: «Κατωτέρω ο συγγραφεύς βεβαιώνει ότι δεν ήτο γνωστόν εις την νήσον κανέν μεταλλείον. Μόνον μίαν ημέραν, εμάζευσε μίαν άμμον λαμποκοπούσαν εις το ρυάκι του χωρίου Αγάπη, και υποπτευθείς από το λαμποκόπημα της, την έδωσεν εις ένα χρυσοχόον, ο οποίος την ανέλυσε και τον εβεβαίωσε κατόπιν ότι μέσα εις αυτήν εύρε χρυσάφι. Ο Ζαλλώνης δεν λέγει τι απέγινεν η χρυσοφόρος αυτή άμμος». [Καιροφύλας, 1930, σ.195-196]

Στο ερώτημα αν στην περιοχή υπήρχε χρυσάφι (σε ικανές ποσότητες) ή αν υπήρχαν χρυσοθήρες, κανείς δεν ήξερε τίποτα και έτσι η φαντασία μας προσγειώθηκε. Ένας μόνο είχε ακούσει ιστορία για κάποιον που «ήπιε χρυσάφ'»... Δύο μόνο κείμενα βρήκαμε ως πιθανή εξήγηση γι' αυτή την ιστορία, με την πρώτη να έχει ιατρικό αέρα: «H σημασία και η χρήσις του χρυσού ήτο ποικιλοτάτη εν τη θεραπευτική των αιώνων. Εν αρχή εθεωρείτο ως αλεξιτήριον κατά της επηρείας των άστρων και ως μέσον προς μακράν παράτασιν ζωής» [Εγκυκλοπαιδικόν Λεξικόν, Ελευθερουδάκης 1931, τομ. 12, σ.978]. 

Στο βιβλίο «Εγχειρίδιο Αρχαιοκαπηλίας–Επίσημης και Ανεπίσημης» του Β. Σ. Παπακωνσταντίνου [εκδ. Περίπλους, σ.135], ο συγγραφέας μεταφέρει την θεωρία ενός, με τίτλο «Πως να βρίσκετε εύκολα χρυσό»: «"Την πρώτη λίρα που θα βρεις, θέλει ειδική μεταχείρισ'. Πρέπει να τη βράσεις και να πιεις μετά το ζουμί. Λίγο, δε χρειάζεται πολύ. Μετά είσαι έτοιμος για κανονικό ψάξιμο. Όπου και να βρίσκονται λίρες θα τ'ς εντοπίζεις αμέσως"».

Άραγε, βρέθηκε κάτι ή τίποτα. Μήπως κανείς δεν ήθελε να μας πει γι' αυτές τις ιστορίες. Γνωρίζουμε ότι οι «καθαρόαιμοι τυχοδιώκτες είναι και ρέκτες του μεταφυσικού. Αν ο θρύλος λέει ότι έχει σκοτωθεί κάποιος στο μέρος όπου θάφτηκε θησαυρός –πολύ συχνή αναφορά, ιδίως σε πειρατικούς και τούρκικους θησαυρούς–, πιστεύουν ότι το φάντασμά του παραμένει σε εκείνο το σημείο για να τον προστατεύει. Γι΄ αυτό και, αν ποτέ "χτυπήσουν" χρυσάφι, αφήνουν δυο τρία νομίσματα για να εξευμενίσουν την ψυχή του πεθαμένου.» [Playboy #170]

Ο Γιάννης ο Γερμανός, μου έλεγε πριν από κάποια χρόνια ότι στην περιοχή της Γρίζας, εκεί που φτάνει το νερό στο γεφυράκι, είναι πεπεισμένος ότι υπάρχει χρυσάφι...

Ιστορίες που μοιάζουν με παραμύθια και εξάπτουν τη φαντασία πολλών Ελλήνων σε μια γη –σαν αυτή της Βωλάξ– που παραμένει ακόμη terra incognita.

 

Για την μεταφορά: mix_06.2015

Μοιραστείτε το